Πριν από μερικές δεκαετίες τα παιδιά στη χώρα μας μεγάλωναν σε ένα περιβάλλον περιορισμένο, φτωχό σε ερεθίσματα και μίζερο που δεν τους άφηνε και πολλά περιθώρια να ελπίζουν σε κάτι διαφορετικό, σε κάτι καλύτερο. Και αυτό σε γενικές γραμμές ίσχυε και για τα παιδιά που μεγάλωναν στα αστικά κέντρα και για τα παιδιά που μεγάλωναν στην επαρχία.

Όπως συμβαίνει όμως συνήθως, απέναντι σε αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα αναπτύσσονταν δύο τάσεις. Κάποια παιδιά συμβιβάζονταν με τις αδυναμίες τους, άλλοτε συνειδητά και άλλοτε όχι, σε ένα πλαίσιο ζωής όπου δεν ήταν εύκολο να αντιληφθείς τι κυριαρχούσε στη σκέψη τους και τα οδηγούσε στην αποδοχή της μοίρας τους.

Υπήρχε όμως και μια κατηγορία παιδιών, σχεδόν υψιπετών, που απομόνωνε από τα λίγα υπάρχοντα ερεθίσματα εκείνα που κινητοποιούσαν τη φαντασία και ενεργοποιούσαν την άσβεστη ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Επικέντρωναν την προσοχή τους σε πρόσωπα που ήταν καταξιωμένα στο στενό τους περιβάλλον: τον δάσκαλο, τον γιατρό, τον θείο ή την θεία που εργάζονταν στο τότε αξιόπιστο δημόσιο και αλλού. Ανήγαγαν τους ανθρώπους αυτούς, που γίνονταν τα ινδάλματά τους, σε πρότυπα και έβαζαν τον εαυτό τους στη θέση τους. ονειρεύονταν την προσωπική τους εξέλιξη και πάσχιζαν να υλοποιήσουν τους στόχους τους.

Οι δεκαετίες παρήλθαν, τα πρότυπα αυτά αποδομήθηκαν και εν ολίγοις κατέρρευσαν για πολλούς λόγους που δεν είναι του παρόντος.

Ο δάσκαλος είναι πια ένα πρόσωπο που ο καθένας μπορεί αβασάνιστα να καθυβρίζει – μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας – να παρεμβαίνει στο έργο του – όχι αναίτια πάντα – διότι ο γονιός ξέρει πώς πρέπει να εκπαιδεύεται το παιδί του! Και μάλιστα μπροστά στο παιδί του… Ο γιατρός πάλι είναι ένας άνθρωπος που αφιερώνεται σε χρονοβόρες σπουδές αλλά τελικά καταλήγει ένας κακοπληρωμένος εργαζόμενος σε ένα υποβαθμισμένο σύστημα υγείας. Ο δημόσιος υπάλληλος δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας τεμπέλης γραφειοκράτης που υπεκφεύγει διαρκώς και απλώς βασανίζει ανελέητα το Κοινό του, τους φορολογούμενους πολίτες.

Δεν θα διαφωνούσε κανείς ότι όλες αυτές οι αξιολογικές κρίσεις έχουν αιτιακή βάση. Ωστόσο η γενίκευση και η απλουστευτική ισοπέδωση βλάπτει και μάλιστα αλόγιστα τα παιδιά μας.

Βλέποντας μόνο την αρνητική πλευρά των πραγμάτων τούς στερούμε το όραμα. Μήπως θα έπρεπε να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας;  Μήπως η παντεπτοτική θεώρηση της ζωής εκ μέρους μας θα μας επέτρεπε να εντοπίσουμε και άλλες περιπτώσεις ανθρώπων σε αντίστοιχες κατηγορίες, που αγωνίζονται και μάλιστα σε αντίξοες συνθήκες: δάσκαλοι που εργάζονται και διδάσκουν με μεράκι, (η δασκάλα που πάει καθημερινά με βάρκα στο ακριτικό νησάκι για να διδάξει τον μοναδικό μαθητή του δημοτικού), γιατροί που νιώθουν πληρότητα με τη βοήθεια που προσφέρουν γιατί στη ζωή δεν έχει σημασία μόνο το ύψος του μισθού, (η ομάδα των γιατρών που έπεσε κυριολεκτικά πάνω στο παιδάκι με το κομμένο χέρι, πετυχαίνοντας να το συγκολλήσει σε μία πρωτοφανή πετυχημένη χειρουργική επέμβαση), αξιόπιστοι δημόσιοι υπάλληλοι που υπερβαίνουν τον εαυτό τους, (ο υπάλληλος που ενδιαφέρθηκε να ασχοληθεί με τη σύνταξη του παππού αναζητώντας επί 3 ώρες έγγραφα στο αρχείο της υπηρεσίας του).

Και κυρίως μήπως θα έπρεπε να μην επικρίνουμε τόσο εύκολα όλους τους άλλους εκτός από τον εαυτό μας που τον θεωρούμε υπεράνω πάσης υποψίας;

Ίσως τότε να βοηθούσαμε και τα παιδιά μας να μην βλέπουν την απαξιωτική πλευρά της ζωής, αλλά να ονειρεύονται, αποκτώντας τα δικά τους ινδάλματα που φυσικά δεν θα είναι κατ’  ανάγκη ο γιατρός τους ή ο δάσκαλός τους. Εξάλλου η ζωή αλλάζει με καταιγιστικούς ρυθμούς. Αρκεί λοιπόν τα παιδιά μας να έχουν πρότυπα, να παλεύουν για κάτι…

Έφη Ριζά – Σκύφα, Φιλόλογος