Αφηγούμαστε διαρκώς ιστορίες γιατί τις έχου­με ανάγκη. Και τις έχουμε ανάγκη γιατί συχνά δεν γνωρίζουμε την αλήθεια και την κατασκευά­ζουμε αλλά και όταν την γνωρίζουμε και δεν την αντέχουμε, κατασκευάζουμε ιστορίες. Με την αφήγηση φτιάχνουμε έναν κόσμο φιλικό, έναν κόσμο που μας δέχεται και ίσως δείχνει προτί­μηση σε εμάς. Μπορούμε έτσι ν’ αντέξουμε την πραγματικότητα όταν αυτή είναι αντίξοη.

Οι αφηγήσεις μας έχουν πολλές μορφές. Σε συλλογικό επίπεδο γράφουμε την Ιστορία με τρόπο που βολεύει τη φυλή μας. Απλοποιούμε τα πράγματα και τα ανάγουμε στην προαιώνια πάλη του καλού με το κακό. Φυσικά εμείς είμα­στε οι καλοί, δηλαδή οι πολιτισμένοι, οι ανώτε­ροι, οι εκλεκτοί του Θεού, ενώ οι άλλοι, συνήθως οι γείτονές μας, είναι βάρβαροι, απολίτιστοι, άπιστοι. Προσαρμόζουμε μετά τα ιστορικά γεγο­νότα σ’ αυτό το πλαίσιο. Οι δικοί μας πόλεμοι εί­ναι πάντα δίκαιοι γιατί εμείς μόνο αμυνόμαστε, ποτέ δεν βιαιοπραγούμε, ποτέ δεν αδικούμε, κα­θοδηγούμαστε μόνο από το καλό. Οι πόλεμοι των άλλων είναι πάντα άδικοι, κατακτητικοί, γεμάτοι βαρβαρότητα. Μαθαίνουμε αυτή την απλοποιη­μένη αφήγηση από τα παιδικά μας σχολικά χρό­νια και ενστικτωδώς εγκαθιστούμε στο νου μας την περιφρόνηση, την απέχθεια ακόμη και το μί­σος για τους άλλους, τους κακούς.

Για να παραφράσω τον Βρετανό ιστορικό Timothy Garton Ash, η καλύτερη συνταγή πο­λέμου είναι η Ιστορία γραμμένη στραβά από όλες τις πλευρές.

Αλλά οι αφηγήσεις μας έχουν πολλές μορφές. Η ίδια η επιστήμη είναι μια αέναη αφήγηση, με τους δικούς της αυστηρούς κανόνες, αλλά αφή­γηση όμορφη και απλή. Είναι αυτά που είπε ο Αρχιμήδης, ο Αρίσταρχος και ο Ευκλείδης, ο Γα­λιλαίος, ο Νεύτωνας και ο Γκάους, ο Ντάργουιν, ο Μέντελ και ο Παστέρ, ο Πλανκ, ο Αϊνστάιν και ο Χάιζενμπεργκ, οι χιλιάδες ανώνυμοι και επώ­νυμοι που θα προσεγγίζουν την αλήθεια στις ερχόμενες χιλιετίες. Τα βασικά χαρακτηριστι­κά αυτής της αφήγησης είναι ότι στηρίζεται στη λογική και το πείραμα, ότι είναι διαψεύσιμη και επομένως δεν συνιστά δόγμα, δεν έχει πουθε­νά πλεονασμούς και επαναλήψεις και διέπεται από μια ιδιότυπη ομορφιά που, αν και δεν ορί­ζεται, την κατανοεί κανείς μόλις την αντικρίσει.

Θα ήθελα να σταθώ λίγο στην ομορφιά. Η βαθιά επιστήμη είναι ομορφιά, η διαχρονική τέχνη είναι ομορφιά, η ζωή είναι ομορφιά. Τα περισσότερα πράγματα που μας θαμπώνουν, μακροχρόνια ξεθωριάζουν και ξεχνιούνται. Οι αυτοκρατορίες ξεθωριάζουν και ξεχνιούνται. Η Βαβυλώνα, η Σπάρτη, η Ρώμη, το Βυζάντιο, η Ισπανία, η Μεγάλη Βρετανία. Τα λεγόμενα εθνικά συμφέροντα ξεθωριάζουν και ξεχνιού­νται. Οι αποικίες, οι κατακτήσεις, οι συνωμο­σίες. Οι πόλεμοι που δεν έχουν τίποτα τραγικό και γίνονται γιατί κάποιοι μπορούν ή γιατί νιώ­θουν σημαντικοί ή γιατί η Ιστορία είναι στρα­βά γραμμένη ή γιατί η ισχύς είναι αυτοσκοπός ή ακόμη χειρότερα οι πόλεμοι που γίνονται για τους υδρογονάνθρακες και τα ορυκτά του υπε­δάφους, όλοι ξεχνιούνται. Έχω ιδεί ανδριάντες στρατηγών και βασιλιάδων στα πάρκα της Ευρώ­πης. Οι πιο πολλοί από δαύτους δείχνουν τόσο σπουδαίοι. Όμως όλοι έχουν ξεθωριάσει και λίγο λίγο καταλαγιάζουν στα νέφη της λήθης.

Κάνετε όμως μια επίσκεψη στον Παρθενώ­να ή στα Μουσεία που βρίσκονται ο Ερμής του Πραξιτέλη, η Νίκη της Σαμοθράκης, ή η Αφρο­δίτη της Μήλου. Όλοι αισθάνεσθε το ρίγος και το μεγαλείο της τέχνης λες και όλα αυτά έγι­ναν χτες. Η Οδύσσεια, η Αντιγόνη, η Θεία Κω­μωδία, ο Άμλετ μιλούν όπως μιλούσαν στο παρελθόν και θα μιλούν έτσι και στο μέλλον. Δεν ξεθωριάζουν και δεν ξεχνιούνται η γεωμε­τρία του Αρχιμήδη και του Ευκλείδη, η μηχανι­κή του Νεύτωνα, η βιολογία του Ντάργουιν και του Μέντελ, η σχετικότητα του Αϊνστάιν.

Η επιστήμη και η τέχνη που επιβιώνουν έχουν μερικά κοινά σημεία: απλότητα, παγκοσμιότη­τα, μεγαλείο. Η επιστήμη και η τέχνη που επι­βιώνουν δεν χρειάζονται μετάφραση γιατί μι­λούν μια πανανθρώπινη γλώσσα.

Αλλά η υπέρτατη ομορφιά είναι η ίδια η ζωή. Η διαρκής πάλη κόντρα στη φθορά, κόντρα στις πιθανότητες. Σκεφτείτε την πιθανότητα ένας πλανήτης, η Γη, ανάμεσα σε τρισεκατομ­μύρια άλλους πλανήτες να έχει ζωή. Σκεφτείτε την πιθανότητα εσείς κι εγώ να βρισκόμαστε στη ζωή, και να είμαστε σήμερα σ’ αυτήν την αίθουσα και να γιορτάζουμε ένα τόσο σπου­δαίο γεγονός, την απονομή των διπλωμάτων. Και πόσο ωραίο είναι να βλέπει κανείς τη ζωή να ξεδιπλώνεται εμπρός του με όλες τις δυσκο­λίες της αλλά και την ομορφιά της.

Και θα μου πείτε, μα είναι όλα τόσο ωραία; Όπου κοιτάξουμε γύρω μας υπάρχει ομορ­φιά; Η ζωή μας ξεκινάει με τόση αβεβαιότητα, εμπόδια που δείχνουν ανυπέρβλητα, τον τρό­μο που ακόμη και για το δελτίο καιρού μάς εμ­φυτεύει η τηλεόραση στα βραδινά νέα.

Έρχομαι λοιπόν στην άλλη όψη της αφήγησης.

Εκείνη της ασχήμιας. Έρχομαι σ’ αυτό που ονο­μάζω λεπτή επιδερμίδα του πολιτισμού, το σχε­δόν διαφανές διάφραγμα που χωρίζει την κοι­νωνία από τους όχι τόσο μακρινούς προγόνους μας, τους κυνηγούς-συλλέκτες και συχνά αδίστα­χτους πολεμιστές. Μιλάω για την αυτοσυντήρη­ση, το ισχυρότερο ένστικτό μας. Παίρνουμε κά­ποια πράγματα ως δεδομένα: τροφή, νερό, ένα κατάλυμα. Αν κάποιος δαίμων τ’ αφαιρέσει από μια κοινωνία, οσοδήποτε πολιτισμένη, οσουσ­δήποτε διδάκτορες και πτυχιούχους και καλλι­τέχνες αν έχει, η κοινωνία μετατρέπεται ακαρι­αία σε ζούγκλα. Ο καθένας για τον εαυτό του. Γο­νείς εγκαταλείπουν τα παιδιά τους και αντίστρο­φα, φίλοι τους φίλους, δυνατοί τούς αδύνατους. Παρά τις εξαιρέσεις αλτρουισμού, αυτό παρατη­ρήθηκε στα στρατόπεδα θανάτου της Γερμανίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ίσως αυτό το φανταστικό πείραμα μοιάζει πολύ μακρινό αλλά δεν είναι. Κάπου ένα δι­σεκατομμύριο άνθρωποι, κυρίως στην Αφρι­κή, τη Ν. Αμερική και την Ασία στερούνται ακριβώς αυτά τα βασικά πράγματα: το καθα­ρό νερό, την τροφή, ένα κατάλυμα, στοιχειώ­δη δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια. Μπορεί κανείς να τους επισκεφτεί αεροπορικώς σε ελάχιστες ώρες. Μπορεί εκεί να ιδεί την πιο ακραία κρί­ση ανθρώπινης κοινωνίας που θα μπορούσε να φανταστεί.

Εμείς όμως οι ανεπτυγμένοι, παρά τα προ­βλήματά μας, δεν αντιμετωπίζουμε τέτοιες κα­ταστάσεις στην πλειονότητά μας, έστω και αν στην Αθήνα υπάρχουν τελευταία θύλακες ανέ­χειας και αθλιότητας. Πράγματι τα άμεσα προ­βλήματα για εμάς είναι άλλου επιπέδου. Ζού­με σε ένα μεγαλοφυές σύστημα, το καπιταλι­στικό. Το λέω μεγαλοφυές γιατί πράγματι εί­ναι. Κατόρθωσε να επιβληθεί σχεδόν σε όλο τον πλανήτη χάρη στη μοναδική του ικανότη­τα να αυξάνει διαρκώς τις επιθυμίες. Ο καπιτα­λισμός ικανοποιεί τις ανάγκες των ανθρώπων δημιουργώντας τους επιθυμίες, οι οποίες σύ­ντομα γίνονται ανάγκες κ.ο.κ. Πόσα ηλεκτρονι­κά παιχνίδια μάς ήταν άγνωστα προ εικοσαετίας και σήμερα δεν ζούμε χωρίς αυτά; Κάποιοι από εμάς, για να ηρεμήσουμε τη συνείδησή μας, ανακυκλώνουμε, χρησιμοποιούμε οικο­νομικούς λαμπτήρες, ταξιδεύουμε με τα δη­μόσια μέσα μεταφοράς, όταν μπορούμε. Δεν ξέρω όμως πολλούς που θα ανταλλάσσαμε τις ανέσεις μας με τη δυνατότητα του ενός δισε­κατομμυρίου υποσιτισμένων να ζήσουν καλύ­τερα.

Το σύστημά μας συντηρείται και επιβάλλεται από τους λεγόμενους ειδικούς και τεχνοκρά­τες. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που συμβουλεύ­ουν τους ηγέτες μας, γιατί αυτοί ξέρουν πράγ­ματα που εμείς οι άλλοι αγνοούμε. Είναι οι άν­θρωποι που είναι πάντα βιαστικοί και λιγόλο­γοι. Ξέρουν τα πάντα για τον κόσμο και τη ζωή, την απλή ζωή, και μπορούν να προβλέπουν, κι έχουν μια σιγουριά ασυνήθιστη. Στην πραγμα­τικότητα δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα απ’ τη ζωή. Δεν ξέρουν τι θα πει ανέχεια και πόνος, πώς ανθίζει ένα λουλούδι την άνοιξη και πόσο ση­μαντικό είναι ένα έντομο, δεν ξέρουν την από­λαυση του δάσους και της θάλασσας. Γι’ αυ­τούς τα λουλούδια και τα έντομα, τα δάση και οι θάλασσες είναι εξαρτήματα -καμιά φορά εμπόδια -στην ιδεολογία τους. Γιατί η ιδεο­λογία και οι αλάνθαστες θεωρίες και τα διπλω­ματικά σημειώματα και οι κομματικές γραμμές είναι ο υπέρτατος σκοπός. Έχουν συνοψίσει τη ζωή ολάκερη σε αλάνθαστες θεωρίες, σε ση­μειώματα και κομματικές γραμμές.

Η ζωή όμως είναι η καθημερινή δράση, το πάθος, η νίκη, η ήττα, τα μικρά, τα πολύ μικρά πράγματα που δεν έχουν σχέση με ιδεολογίες και δόγματα. Τα τζιτζίκια στα δέντρα, οι γαρί­δες στις λιμνούλες, ο δυτικός άνεμος, τα θα­λασσοπούλια, τα παιχνίδια, οι χοροί και τα γλέ­ντια, ο έρωτας, το ξενύχτισμα των πεθαμένων, ο πόνος της αρρώστιας και της απώλειας.

Όλοι αυτοί είναι πάντα οι ίδιοι, λες και τους βγάζει εκκολαπτήριο. Ο κόσμος γι’ αυτούς εί­ναι αντικείμενο που το ταιριάζουν σε πολιτι­κές και οικονομικές θεωρίες, γεωπολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα. Είναι οι άνθρωποι ανώτερης θέσης. Τους κατώτερούς τους τους αντιμετωπίζουν με συγκαταβατική περιφρόνη­ση. Οι άλλοι συνήθως τους θεωρούν εξαιρετι­κών ικανοτήτων μόνο λόγω της θέσης τους. Εί­ναι οι άνθρωποι που κρατούν την εξουσία στα χέρια τους με την άνεση που ένα παιδί κρατάει ένα παιχνίδι. Συνήθως έχουν αδυναμία να συ­μπάσχουν με τους συνανθρώπους τους.

Είναι οι άνθρωποι που αποδομούν συστημα­τικά τη δημόσια παιδεία και τη δημόσια υγεία από άκρου σε άκρο στην Ευρώπη, στο όνομα του εκσυγχρονισμού, που στερούν την ίση ευ­καιρία στους οικονομικά αδύνατους και βαθμι­αία αποδομούν και τη μεσαία τάξη. Είναι αυτοί που συμβουλεύουν τους τεράστιους χρηματο­πιστωτικούς οργανισμούς που βγάζουν δισεκα­τομμύρια σε ελάχιστο χρόνο παίζοντας στους υπολογιστές την τύχη ολόκληρων χωρών. Είναι οι ίδιοι που έχουν οδηγήσει την πολιτική στη θέση του υπηρέτη των τεράστιων πολυεθνικών εταιρειών που ελέγχουν τον πλανήτη.

Αλλά κανείς δεν έχει δικαίωμα να στερήσει την ελπίδα από τους νέους. Καμιά εταιρεία, κανένας πολιτικός, κανένας ειδικός και τεχνο­κράτης δεν έχει το δικαίωμα στο αλάθητο και την παντογνωσία. Και κανένας ηγέτης δεν έχει το δικαίωμα αναδιανομής του πλούτου που ανήκει σε αυτούς που θα μας διαδεχθούν προς όφελος μιας μειοψηφίας του παρόντος.

Δεν υπάρχει έτοιμη συνταγή της ευτυχίας, αλλά η αποστέρηση της ελπίδας οδηγεί στην κατάθλι­ψη και η αποστέρηση της ελπίδας από τους νέ­ους στην κοινωνική αναταραχή. Όσοι απλοποι­ούν τις διαμαρτυρίες των νέων αποδίδοντάς τες σε ανωριμότητα ή αλητεία, δεν έχουν καμιά επα­φή με την πιο στοιχειώδη κοινωνική ψυχολογία. Υπάρχουν λίγοι νέοι που ζουν τη δική τους φαντα­σίωση μιας δίκαιης κοινωνίας που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Μιλώ για εκείνους που μπαίνουν στις τρομοκρατικές οργανώσεις. Οι στό­χοι τους είναι τόσο γενικευμένοι, χαώδεις και βίαι­οι που οδηγούν μόνο στον μηδενισμό.

Η μεγάλη πλειονότητα όμως των νέων έχετε πραγματικούς στόχους, έχετε όνειρα, ζητάτε τις ευκαιρίες, την ελπίδα που θα κρατήσει τα όνει­ρα ζωντανά. Μην περιμένετε πολλά από τους ει­δικούς, τους δογματικούς ηγέτες, τους παντο­γνώστες. Εκ του αποτελέσματος οι περισσότε­ροι έχουν χρεοκοπήσει. Στηριχθείτε στις δυνά­μεις σας, στους εαυτούς σας, στην ομορφιά και τον δυναμισμό της ζωής που ανοίγεται μπρο­στά σας. Μην υποτιμήσετε ποτέ τους εαυτούς σας. Στους περισσότερους τομείς οι νέοι είναι αυτοί που αλλάζουν και βελτιώνουν τον κόσμο. Όλοι οι μεγάλοι μαθηματικοί ήταν διάσημοι στα είκοσι και τριάντα χρόνια τους. Οι περισσότε­ροι σπουδαίοι φυσικοί και χημικοί είχαν μεγα­λουργήσει ανάμεσα στα εικοσιπέντε και πενή­ντα χρόνια τους. Πολλοί επιτυχημένοι επιχειρη­ματίες ήταν φτασμένοι στα τριάντα τους. Εσείς είσθε εκείνοι που θα αλλάξετε τον κόσμο, θα τον κάνετε δικαιότερο.

Η δική σας αφήγηση τώρα αρχίζει. Μην την αφήσετε να σπαταληθεί από ξεπερασμένους πο­λιτικούς, από αποτυχημένα δόγματα, από χαιρέ­κακους παρουσιαστές του τρόμου της τηλεόρα­σης, από ανόητους ειδικούς και παντογνώστες κάθε είδους. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που κά­νουν σφάλματα όπως εσείς κι εγώ, με μια δια­φορά. Αυτοί δεν τα παραδέχονται.

Κρατήστε τις αισθήσεις σας ορθάνοιχτες στον κόσμο. Είναι τόσο όμορφος που θα ήταν κρίμα να μην τον απολαύσετε. Και αν υπάρχει κάτι που προσεγγίζει το μόνιμο, αυτό είναι η ομορφιά της ζωής και του κόσμου. Όλα τ’ άλλα διαρκούν ελά­χιστα. Η δόξα, η ισχύς, η ματαιοδοξία, ο πλούτος, διαρκούν ελάχιστα και σβήνουν. Δεν έχω την συ­νταγή πώς ν’ απολαύσετε την ομορφιά του κό­σμου. Κανείς δεν την έχει, αλλιώς θα την αγο­ράζαμε στο περίπτερο της γειτονιάς. Έχετε όμως τη νιότη, τη φαντασία, την τόλμη. Χρησιμοποιή­στε τα για να βρείτε τη δική σας συνταγή, για να βρείτε αυτό που σας ταιριάζει. Το μόνο που μπο­ρώ να πω είναι ότι στη συνταγή αυτή πρέπει να βρίσκεται πάντα ο σεβασμός στον συνάνθρωπο και ο σεβασμός στα φυτά και τα ζωντανά που μας περιβάλλουν γιατί πάνω τους στηρίζεται η δική μας ζωή.

Πριν από πολλά χρόνια, όταν ήμουν κοντά στη δική σας ηλικία βρέθηκα στον Παναμά με τη γυ­ναίκα που λίγο αργότερα έγινε σύζυγός μου. Εκείνη έγραφε τη διατριβή της στη βιολογία και έκανε έρευνα στο τροπικό δάσος του Παναμά ως υπότροφος του Smithsonian lnstitute. Εγώ έγρα­φα τη δική μου διατριβή στις στοχαστικές διαφο­ρικές εξισώσεις σε μια καλύβα μέσα στο τροπικό δάσος, ανάμεσα στις φωνές πιθήκων, εξωτικών πουλιών και αιλουροειδών. Ήταν μοναδική και αξέχαστη εμπειρία. Ίσως ήταν η πιο ευτυχισμέ­νη περίοδος της ζωής μου κι ας ήμουν εμπρός σ’ ένα αβέβαιο μέλλον και με ελάχιστα χρήμα­τα στην τσέπη. Είμαστε τότε και οι δυο φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, το UCLA. Ένα βράδυ πήραμε το τζιπ του Smithsonian και πήγαμε στην πόλη του Παναμά για μια μπύρα.

Παραγγείλαμε τα σχετικά και σε λίγο είχα χαλα­ρώσει με τη μπύρα (η γυναίκα μου δυστυχώς δεν πίνει ούτε σταγόνα οινόπνευμα). Ξαφνικά από το πουθενά εμφανίζονται δυο Παναμέζοι, ο ένας με ένα βιολί κι ο άλλος με μια κιθάρα και μας παίζουν σκοπούς της Λατινικής Αμερικής. Τους δίνω τότε ένα δολάριο και ζητάω να μου δώσουν την κιθά­ρα. Ένα δολάριο εκείνη την εποχή για εμάς ήταν περίπου 60 δραχμές και για τους Παναμέζους το μεροκάματο δύο ημερών. Μου δίνουν την κιθάρα και παίζω ελληνικά τραγούδια του Θεοδωράκη και του Νέου Κύματος. Σε λίγο έχουν μαζευτεί γύρω μας καμιά εικοσαριά Παναμέζοι και χειροκροτούν ενθουσιασμένοι. Κάποια στιγμή επιστρέφω την κι­θάρα στον ιδιοκτήτη της. Εκείνος αρνείται να την πάρει και μου λέει, “toka tu musica !”

«Παίξε τη μουσική σου!»

Θα ήθελα να σας πω ένα πράγμα: Παίξτε τη μουσική σας! Βρείτε τη δική σας μοναδική αφή­γηση. Ανακαλύψτε τη μουσική του ωραίου κό­σμου μας! Μην αφήσετε τα καλύτερα χρόνια σας να φύγουν έτσι. Παίξτε τη μουσική σας!

Γιάννης Φίλης

Πρώτη δημοσίευση, περ. Κλεψύδρα, τεύχ. 2